τεχνασμός: Difference between revisions
From LSJ
τίς δ' οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν, τὸ κατθανεῖν δὲ ζῆν κάτω νομίζεται → who knows if life is death, and if in the underworld death is considered life
(6_14) |
(41) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τεχνασμός''': ὁ, [[πανοῦργος]] [[ἐπίνοια]], [[τέχνασμα]], κατηγορίης τε τεχνασμοὶ Μανέθων 4. 332. | |lstext='''τεχνασμός''': ὁ, [[πανοῦργος]] [[ἐπίνοια]], [[τέχνασμα]], κατηγορίης τε τεχνασμοὶ Μανέθων 4. 332. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ὁ, Α [[τεχνάζω]]<br />πανούργο [[επινόημα]], [[τέχνασμα]] («ψευδοκατηγορίαι τε κατηγορίης τε τεχνασμοί», Μαν.). | |||
}} | }} |
Revision as of 12:41, 29 September 2017
English (LSJ)
ὁ,
A cunning contrivance, artifice, Man.4.332 (pl.).
German (Pape)
[Seite 1102] ὁ, künstliche Einrichtung, κατηγορίης Maneth. 4, 332.
Greek (Liddell-Scott)
τεχνασμός: ὁ, πανοῦργος ἐπίνοια, τέχνασμα, κατηγορίης τε τεχνασμοὶ Μανέθων 4. 332.
Greek Monolingual
ὁ, Α τεχνάζω
πανούργο επινόημα, τέχνασμα («ψευδοκατηγορίαι τε κατηγορίης τε τεχνασμοί», Μαν.).