κεινός: Difference between revisions

From LSJ

Παρθένε, ἐν ἀκροπόλει Τελεσῖνος ἄγαλμ' ἀνέθηκεν, Κήττιος, ᾧ χαίρουσα, διδοίης ἄλλο ἀναθεῖναι → O Virgin goddess, Telesinos from the deme of Kettos has set up a statue on the Acropolis. If you are pleased with it, please grant that he set up another

Source
(20)
(5)
Line 16: Line 16:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κεινός]], -ή, -όν (Α)<br />ιων. και ποιητ. τ. του [[κενός]].
|mltxt=[[κεινός]], -ή, -όν (Α)<br />ιων. και ποιητ. τ. του [[κενός]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κεινός:''' -ή, -όν, Ιων. και ποιητ. αντί [[κενός]].
}}
}}

Revision as of 21:32, 30 December 2018

German (Pape)

[Seite 1412] ion. u. p. = κενός; Il. 4, 181. 11, 118; Pind. Ol. 2, 71. 3, 48; Her. 7, 131. Auch Eur. I. T. 418 κεινᾷ δόξᾳ.

Greek (Liddell-Scott)

κεινός: -ή, -όν, Ἰων. καὶ ποιητ. ἀντὶ τοῦ κενός.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
épq. et ion. c. κενός.

English (Autenrieth)

empty; met., vain, idle, εὔγματα, Od. 22.249.
see κενός.

English (Slater)

κεινός, v. κενεός.

Greek Monolingual

κεινός, -ή, -όν (Α)
ιων. και ποιητ. τ. του κενός.

Greek Monotonic

κεινός: -ή, -όν, Ιων. και ποιητ. αντί κενός.