βωμοειδής: Difference between revisions
From LSJ
Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Anaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
(7) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[βωμοειδής]], -ές (Α)<br /><b>1.</b> όμοιος με βωμό<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[βωμοειδής]] [[τάφος]]» — [[πέτρινος]] [[τάφος]] σε [[σχήμα]] βωμού. | |mltxt=[[βωμοειδής]], -ές (Α)<br /><b>1.</b> όμοιος με βωμό<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[βωμοειδής]] [[τάφος]]» — [[πέτρινος]] [[τάφος]] σε [[σχήμα]] βωμού. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''βωμοειδής:''' -ές ([[εἶδος]]), όμοιος με βωμό, σε Πλούτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 18:24, 30 December 2018
English (LSJ)
ές,
A like an altar, Plu.Them.32.
German (Pape)
[Seite 469] ές, altarähnlich, Plut. Them. 32.
Greek (Liddell-Scott)
βωμοειδής: -ές, βωμῷ ὅμοιος, Πλούτ. Θεμιστ. 32.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
semblable à un autel.
Étymologie: βωμός, εἶδος.
Spanish (DGE)
-ές
parecido a un altar β. τάφος Plu.Them.32, βωμοειδεῖς σπεῖραι Gr.Nyss.Ep.25.13.
Greek Monolingual
βωμοειδής, -ές (Α)
1. όμοιος με βωμό
2. φρ. «βωμοειδής τάφος» — πέτρινος τάφος σε σχήμα βωμού.
Greek Monotonic
βωμοειδής: -ές (εἶδος), όμοιος με βωμό, σε Πλούτ.