τεχνίον: Difference between revisions

From LSJ

ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς → ye shall know them by their fruits, by their fruits ye shall know them, by their fruits you shall know them, you will know them by their fruit

Source
(41)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=τὸ, Α [[τέχνη]]<br /><b>1.</b> υποκορ. του [[τέχνη]]<br /><b>2.</b> (με κακή σημ.) [[τέχνη]] σχετική με ποταπό [[αντικείμενο]] («οὐκ ἔστιν οὐδὲν [[τεχνίον]] ἐξωλέστερον τοῡ πορνοβοσκοῡ», Θεμίστ.).
|mltxt=τὸ, Α [[τέχνη]]<br /><b>1.</b> υποκορ. του [[τέχνη]]<br /><b>2.</b> (με κακή σημ.) [[τέχνη]] σχετική με ποταπό [[αντικείμενο]] («οὐκ ἔστιν οὐδὲν [[τεχνίον]] ἐξωλέστερον τοῡ πορνοβοσκοῡ», Θεμίστ.).
}}
{{lsm
|lsmtext='''τεχνίον:''' τό, υποκορ. του [[τέχνη]], σε Πλάτ.
}}
}}

Revision as of 02:08, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεχνίον Medium diacritics: τεχνίον Low diacritics: τεχνίον Capitals: ΤΕΧΝΙΟΝ
Transliteration A: techníon Transliteration B: technion Transliteration C: technion Beta Code: texni/on

English (LSJ)

τό, Dim. of

   A τέχνη Pl.R.495d.    2 in bad sense, a low art, Diph.87.1, Antid.2.4, Polystr.p.17 W., Them.Or.21.246c.

German (Pape)

[Seite 1103] τό, dim. von τέχνη, Plat. Rep. VI, 495 d ῖτέχνιον ist falsch accentuirti; Diphil. bei Ath. II, 55 d, u. öfter.

Greek (Liddell-Scott)

τεχνίον: τό, ὑποκορ. τοῦ τέχνη, Πλάτ. Πολ. 495D. 2) ἐπὶ κακῆς σημασίας, ποταπή, φαύλη τέχνη, Δίφιλ. ἐν Ἀδήλ. 2, Ἀντίδοτ. ἐν «Πρωτοχόρῳ» 1, 4.

Greek Monolingual

τὸ, Α τέχνη
1. υποκορ. του τέχνη
2. (με κακή σημ.) τέχνη σχετική με ποταπό αντικείμενο («οὐκ ἔστιν οὐδὲν τεχνίον ἐξωλέστερον τοῡ πορνοβοσκοῡ», Θεμίστ.).

Greek Monotonic

τεχνίον: τό, υποκορ. του τέχνη, σε Πλάτ.