λεχώιος: Difference between revisions

From LSJ

τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.

Source
(6_15)
 
(23)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''λεχώιος''': -ον, (λεχὼ) ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς [[λεχώ]], λοετρὰ Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 1014· δῶρα λεχ., προσφερόμενα εἰς τὴν [[λεχώ]], κατὰ τὸν τοκετὸν, Ἀνθ. Π. 7. 166· - Ρείης... λεχώιον, ὁ [[τόπος]] [[ἔνθα]] ἡ Ρέα ἐγέννησε τὸ ἑαυτῆς [[τέκνον]], Καλλ. εἰς Δία. 14.
|lstext='''λεχώιος''': -ον, (λεχὼ) ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς [[λεχώ]], λοετρὰ Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 1014· δῶρα λεχ., προσφερόμενα εἰς τὴν [[λεχώ]], κατὰ τὸν τοκετὸν, Ἀνθ. Π. 7. 166· - Ρείης... λεχώιον, ὁ [[τόπος]] [[ἔνθα]] ἡ Ρέα ἐγέννησε τὸ ἑαυτῆς [[τέκνον]], Καλλ. εἰς Δία. 14.
}}
{{grml
|mltxt=[[λεχώϊος]], -ον θηλ. και [[λεχωϊάς]] (Α)<br /><b>βλ.</b> [[λεχώος]].
}}
}}

Revision as of 06:43, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

λεχώιος: -ον, (λεχὼ) ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς λεχώ, λοετρὰ Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 1014· δῶρα λεχ., προσφερόμενα εἰς τὴν λεχώ, κατὰ τὸν τοκετὸν, Ἀνθ. Π. 7. 166· - Ρείης... λεχώιον, ὁ τόπος ἔνθα ἡ Ρέα ἐγέννησε τὸ ἑαυτῆς τέκνον, Καλλ. εἰς Δία. 14.

Greek Monolingual

λεχώϊος, -ον θηλ. και λεχωϊάς (Α)
βλ. λεχώος.