θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → it is grasped only by means of an ignorance superior to intellection, it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection
[Seite 757] att. statt προσέοικα, w. m. s.
προσεῖκα: Ἀττ. ἀντὶ προσέοικα, ὃ ἴδε.
v. *προσείκω.
Α
(αττ. τ.) βλ. προσέοικα.
προσεῖκα: Αττ. αντί προσέοικα.
προσεῖκα: стяж. = προσέοικα.