ἐπικύησις
Γυνὴ δικαία τοῦ βίου σωτηρία → Mulier probe morata vitae est sospita → Die Frau, die rechtlich denkt, erhält das Lebensgut
English (LSJ)
ἐπικυήσεως, ἡ, superfetation, conception of a second fetus, Id.Fr.259,260 Bonitz; Περὶ ἐπικυήσεως = De superfetatione, title of treatise by Hippocrates.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπικύησις: -εως, ἡ, τὸ ἐπικυΐσκεσθαι, δευτέρα ἐγκυμοσύνη, ἐπιγραφὴ πραγματείας Ἱπποκράτους Περὶ ἐπικυήσιος, Ἱππ. 260, Κλήμ. Ἀλ. Παιδ. σ. 223· μεταφ. Θεοφύλ. Σιμοκ. Ἱστ. 136. 5, ἔκδ. Βόννης.
Russian (Dvoretsky)
ἐπικύησις: εως ἡ вторичное зачатие (до окончания предыдущей беременности) Arst.
Greek Monolingual
η (Α ἐπικύησις) κυώ
νέα σύλληψη ενώ στη μήτρα υπάρχει ήδη έμβρυο δύο ή περισσότερων εβδομάδων.
Translations
superfetation
ar: حمل إضافي; bn: অধিনিষেচন; cs: superfetace; de: Superfötation; en: superfetation; el: επικύηση; grc: ἐπικύησις; es: superfetación; fa: حاملگی مضاعف; fr: superfétation; ig: nnukwu oriri; io: superfetaciono; it: superfetazione; nl: superfoetatie; pl: superfetacja; ru: вторичное зачатие; sk: superfetácia; zh: 異期復孕