αμερόληπτος: Difference between revisions
From LSJ
εἰς τὴν ἀγορὰν χειροτονεῖτε τοὺς ταξιάρχους καὶ τοὺς φυλάρχους, οὐκ ἐπὶ τὸν πόλεμον → you elect taxiarchs and phylarchs for the marketplace not for war
(3) |
(No difference)
|
Revision as of 06:21, 29 September 2017
Greek Monolingual
-η, -ο
αυτός που δεν μεροληπτεί, που δεν παίρνει το μέρος κανενός, δίκαιος, ευθύς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < α- στερ. + μεροληπτώ.
ΠΑΡ. νεοελλ. αμεροληπτώ, αμεροληψία].