θωρακοστομία: Difference between revisions
From LSJ
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
(17) |
(No difference)
|
Revision as of 06:36, 29 September 2017
Greek Monolingual
η
ιατρ. διάνοιξη οπής στο θωρακικό τοίχωμα για την ελάττωση μεγάλης ενδοθωρακικής πίεσης, που οφείλεται είτε σε ανεγχείρητο μεσοπνευμόνιο όγκο είτε σε υπερβολική αύξηση του όγκου της καρδιάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. thoracostomy < thoraco- (πρβλ. θώραξ, -κος) + -stomy (πρβλ. -στομία < στόμα)].