καλαθοποιός: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)

Source
(b)
(18)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1306.png Seite 1306]] korbmachend, Apoll. Dysc. in B. A. 602.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1306.png Seite 1306]] korbmachend, Apoll. Dysc. in B. A. 602.
}}
{{grml
|mltxt=ο<br />αυτός που κατασκευάζει καλάθια ή άλλα πλεκτά είδη από κλάδους ιτιάς ή λυγαριάς, ή από [[καλάμι]] ή [[χόρτο]].
}}
}}

Revision as of 06:37, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰλᾰθοποιός Medium diacritics: καλαθοποιός Low diacritics: καλαθοποιός Capitals: ΚΑΛΑΘΟΠΟΙΟΣ
Transliteration A: kalathopoiós Transliteration B: kalathopoios Transliteration C: kalathopoios Beta Code: kalaqopoio/s

English (LSJ)

όν,

   A making baskets, A.D.Adv.189.7.

German (Pape)

[Seite 1306] korbmachend, Apoll. Dysc. in B. A. 602.

Greek Monolingual

ο
αυτός που κατασκευάζει καλάθια ή άλλα πλεκτά είδη από κλάδους ιτιάς ή λυγαριάς, ή από καλάμι ή χόρτο.