κηρόξυλο: Difference between revisions

From LSJ

οὐ βούλομαι δυσχερὲς εἰπεῖν οὐδὲν ἀρχόμενος τοῦ λόγου, οὗτος δ' ἐκ περιουσίας μου κατηγορεῖ → for me—but I wish to say nothing untoward at the beginning of my speechwhereas he prosecutes me from a position of advantage | but for me—I do not wish to say anything harsh at the beginning of the speech, but he prosecutes me from a position of strength

Source
(20)
(No difference)

Revision as of 06:39, 29 September 2017

Greek Monolingual

το
βοτ. γένος αγγειόσπερμων μονοκοτυλήδονων φυτών της οικογένειας τών φοινικιδών τα οποία εκκρίνουν κερί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. ceroxylon < cero- (πρβλ. κηρός) + -xylon (πρβλ. ξύλον). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στο Εγκυκλοπαιδικόν λεξικόν του Ν. Γ. Πολίτη].