επένθεση: Difference between revisions

From LSJ

Μισθὸς διδάσκει γράμματ', οὐ διδάσκαλος → Pretium docet te, non praeceptor, litteras → Der Lehrer lehrt das Lesen nicht, es ist der Lohn

Menander, Monostichoi, 337
(13)
(No difference)

Revision as of 07:10, 29 September 2017

Greek Monolingual

η (AM ἐπένθεσις) επεντίθημι
1. παρεμβολή ανάμεσα
2. η ανάπτυξη μέσα σε λέξη ή ομάδα φωνημάτων ενός φωνήματος (που δεν έχει ετυμολογική προέλευση)
νεοελλ.
η μετατόπιση του j πριν από τον έρρινο, υγρό ή συριστικό φθόγγο που προηγείται και ο σχηματισμός διφθόγγου με το προηγούμενο φωνήενφανjω)> φαίνω, καθαρjω > καθαίρω»)
αρχ.
επίθεση, τοποθέτηση φαρμάκου πάνω σε πληγή.