ἐπιγραφή: Difference between revisions

From LSJ

ἔνδον γὰρ ἁνὴρ ἄρτι τυγχάνει, κάρα στάζων ἱδρῶτι καὶ χέρας ξιφοκτόνους → yes, the man is now inside, his face and hands that have slaughtered with the sword dripping with sweat

Source
(T22)
(13)
Line 21: Line 21:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=ἐπιγραφης, ἡ ([[ἐπιγράφω]]), an [[inscription]], [[title]]: in the N. T. of an [[inscription]] in [[black]] letters [[upon]] a whitened [[tablet]] (B. D. [[under]] the [[word]] Smith's Bible Dictionary, Cross), τῆς αἰτίας, i. e. of the [[accusation]], γράμματα [[τήν]] αἰτίαν τῆς θανατώσεως [[αὐτοῦ]] δηλουντα, [[Dio]] Cassius, 54,3; cf. Sueton. Calig. 32; Domit. 10); of the [[inscription]] on a [[coin]]: [[Thucydides]] [[down]].)  
|txtha=ἐπιγραφης, ἡ ([[ἐπιγράφω]]), an [[inscription]], [[title]]: in the N. T. of an [[inscription]] in [[black]] letters [[upon]] a whitened [[tablet]] (B. D. [[under]] the [[word]] Smith's Bible Dictionary, Cross), τῆς αἰτίας, i. e. of the [[accusation]], γράμματα [[τήν]] αἰτίαν τῆς θανατώσεως [[αὐτοῦ]] δηλουντα, [[Dio]] Cassius, 54,3; cf. Sueton. Calig. 32; Domit. 10); of the [[inscription]] on a [[coin]]: [[Thucydides]] [[down]].)  
}}
{{grml
|mltxt=η (AM [[ἐπιγραφή]]) [[επιγράφω]]<br /><b>1.</b> αυτό που [[είναι]] γραμμένο [[πάνω]] σε [[κάτι]]<br /><b>2.</b> [[τίτλος]] συγγράμματος<br /><b>3.</b> [[πινακίδα]] στην οποία γράφεται η [[ονομασία]] καταστήματος, ιδρύματος κ.λπ.<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «[[επιγραφή]] επιστολής» — η [[αναγραφή]] του ονόματος και της διεύθυνσης του παραλήπτη<br /><b>μσν.</b><br />[[υπογραφή]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ονομασία]] πλοίου<br /><b>2.</b> η [[απόδοση]] μιας πράξης στον δράστη της («τὴν ἐπιγραφὴν τῶν πραγμάτων λαβεῑν», <b>Πολ.</b>)<br /><b>3.</b> (στην Αθήνα) η [[καταγραφή]] τών ονομάτων τών αντιδίκων στη [[δίκη]]<br /><b>4.</b> [[παρεμβολή]] σε [[έγγραφο]]<br /><b>5.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αἱ ἐπιγραφαί</i><br />[[καταγραφή]] τών περιουσιών για [[επιβολή]] φορολογίας<br /><b>6.</b> [[φόρος]], [[δασμός]]<br /><b>7.</b> φορολογική [[εκτίμηση]]<br /><b>8.</b> [[επίταξη]] υποζυγίων.
}}
}}

Revision as of 07:11, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιγρᾰφή Medium diacritics: ἐπιγραφή Low diacritics: επιγραφή Capitals: ΕΠΙΓΡΑΦΗ
Transliteration A: epigraphḗ Transliteration B: epigraphē Transliteration C: epigrafi Beta Code: e)pigrafh/

English (LSJ)

ἡ,

   A inscription, στηλῶν on stones, Th.2.43, cf. Arist.Mir.843b17, J.AJ15.8.1; on a vase, BCH6.6 (Delos, ii B.C.); on statues, Plb.5.9.3.    2. title of a work, Id.3.9.3, Luc.Hist.Conscr.30, etc.    3. name of a ship, OGI447 (i B.C.).    4. ascription of a deed to its author, credit or honour of a thing, τὴν ἐ. τινος λαβεῖν Plb.1.31.4, cf. PSI4.424.9 (iii B.C.); ἀπενέγκασθαι D.S.16.50.cf.Jul.Caes.322d.    5. insertion, interlineation in a document, PLond.2.178.13 ii A.D.), PRyl.316.2 (pl., ii A.D.).    II. description of parties in pleadings,Is.4.2.    2. registration of property for taxation, in pl., Isoc.17.41 codd. (v. foreg.).    3. impost, tax, PSI5.510.11 (iii B.C.); assessment, POxy.1445.8(ii A.D.), etc.    4. requisition, ὑποζυγίων BCH46.309 (Teos).

German (Pape)

[Seite 933] ἡ, die Aufschrift, Inschrift, bes., wie ἐπίγραμμα, auf Grabmälern u. Weihgeschenken, στηλῶν σημαίνει ἐπιγραφή Thuc. 2, 43; Folgde; oft bei Pol., Titel, ἵνα μἡ πρὸς τὴν ἐπιγραφήν, ἀλλὰ πρὸς τὰ πράγματα βλέπωσι 3, 9, 3; daher auch Ruhm, τὴν ἐπιγραφὴν τῶν πραγμάτων λαβεῖν, eigentlich erreichen, daß Einem die Thaten, der Ruhm davon zugeschrieben wird, sich beimessen, 1, 31, 4; ἡ καλλίστη ἐπιγραφή 17, 11, 11; τῆς νίκης τἡν ἐπιγραφὴν οὐδ' αὐτῷ παραχωρεῖν τῷ Ἀλεξάνδρῳ D. Sic., wie τὴν ἐπιγραφὴν τοῦ προτερήματος αὐτὸς ἀπηνέγκατο 16, 50, zu welcher Stelle Wesseling noch mehr Beispiele beibringt. – Bei Is. 4, 2 ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπιγραφή, das Aufschreiben des Namens in der Klageschrift. – Bei Isocr. 17, 41, εἰσφορᾶς προσταχθείσης καὶ ἑτέρων ἐπιγραφῶν γενομένων, ist eine außerordentlich ausgeschriebene Kriegssteuer gemeint, denn es mußten die Bürger dabei ihr Vermögen aufschreiben lassen.

French (Bailly abrégé)

ῆς (ἡ) :
1 inscription;
2 enregistrement des noms et des biens des citoyens ; contribution payée par les citoyens inscrits.
Étymologie: ἐπιγράφω.

English (Strong)

from ἐπιγράφω; an inscription: superscription.

English (Thayer)

ἐπιγραφης, ἡ (ἐπιγράφω), an inscription, title: in the N. T. of an inscription in black letters upon a whitened tablet (B. D. under the word Smith's Bible Dictionary, Cross), τῆς αἰτίας, i. e. of the accusation, γράμματα τήν αἰτίαν τῆς θανατώσεως αὐτοῦ δηλουντα, Dio Cassius, 54,3; cf. Sueton. Calig. 32; Domit. 10); of the inscription on a coin: Thucydides down.)

Greek Monolingual

η (AM ἐπιγραφή) επιγράφω
1. αυτό που είναι γραμμένο πάνω σε κάτι
2. τίτλος συγγράμματος
3. πινακίδα στην οποία γράφεται η ονομασία καταστήματος, ιδρύματος κ.λπ.
νεοελλ.
φρ. «επιγραφή επιστολής» — η αναγραφή του ονόματος και της διεύθυνσης του παραλήπτη
μσν.
υπογραφή
αρχ.
1. ονομασία πλοίου
2. η απόδοση μιας πράξης στον δράστη της («τὴν ἐπιγραφὴν τῶν πραγμάτων λαβεῑν», Πολ.)
3. (στην Αθήνα) η καταγραφή τών ονομάτων τών αντιδίκων στη δίκη
4. παρεμβολή σε έγγραφο
5. στον πληθ. αἱ ἐπιγραφαί
καταγραφή τών περιουσιών για επιβολή φορολογίας
6. φόρος, δασμός
7. φορολογική εκτίμηση
8. επίταξη υποζυγίων.