περιανίστημι: Difference between revisions
From LSJ
διὸ καὶ μεταλάττουσι τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν αἱ δοκοῦσαι παρθένοι τῶν εἰδώλων → therefore those professing to be virgins of the idols even change the natural use into the unnatural (Origen, commentary on Romans 1:26)
(6_1) |
(32) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''περιανίστημι''': [[ἐγείρω]] τινὰ ἐκ τοῦ ὕπνου, [[ἀφυπνίζω]], τινὰ Φίλων 2. 552. ― Παθ., μετ’ ἀορ. β΄, πρκμ. καὶ ὑπερσ. ἐνεργ., ἀφυπνίζομαι, «ἐξυπνῶ», περιαναστὰς ἐκ βαθέος ὕπνου Φίλων 1. 672, Ἀπολλόδ. 2. 1, 4. | |lstext='''περιανίστημι''': [[ἐγείρω]] τινὰ ἐκ τοῦ ὕπνου, [[ἀφυπνίζω]], τινὰ Φίλων 2. 552. ― Παθ., μετ’ ἀορ. β΄, πρκμ. καὶ ὑπερσ. ἐνεργ., ἀφυπνίζομαι, «ἐξυπνῶ», περιαναστὰς ἐκ βαθέος ὕπνου Φίλων 1. 672, Ἀπολλόδ. 2. 1, 4. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=Α<br />[[σηκώνω]] κάποιον από τον ύπνο, [[ξυπνώ]] («ῥίπτει [[βέλος]]... καὶ κοιμωμένου Σατύρου τυγχάνει, κἀκεῑνος περιαναστάς», Αππολλδ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἀνίστημι]] «[[σηκώνω]], [[εγείρω]] κάποιον»]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:16, 29 September 2017
English (LSJ)
A rouse up, τινα dub. in Ph.2.552:—Pass., with aor. 2, pf., and plpf. Act., arise from sleep, start up, Id.1.672, al., Apollod.2.1.4.
Greek (Liddell-Scott)
περιανίστημι: ἐγείρω τινὰ ἐκ τοῦ ὕπνου, ἀφυπνίζω, τινὰ Φίλων 2. 552. ― Παθ., μετ’ ἀορ. β΄, πρκμ. καὶ ὑπερσ. ἐνεργ., ἀφυπνίζομαι, «ἐξυπνῶ», περιαναστὰς ἐκ βαθέος ὕπνου Φίλων 1. 672, Ἀπολλόδ. 2. 1, 4.
Greek Monolingual
Α
σηκώνω κάποιον από τον ύπνο, ξυπνώ («ῥίπτει βέλος... καὶ κοιμωμένου Σατύρου τυγχάνει, κἀκεῑνος περιαναστάς», Αππολλδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + ἀνίστημι «σηκώνω, εγείρω κάποιον»].