ῥαβδεύομαι: Difference between revisions
From LSJ
(6_5) |
(35) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ῥαβδεύομαι''': ἀποθ., ἐπὶ ἰχθύος, [[συλλαμβάνω]] μικροὺς ἰχθῦς διὰ τῶν ῥαβδίων, [[ἤτοι]] τῶν πλοκάμων τοῦ στόματός μου, ἴδε [[ῥαβδίον]] 2. | |lstext='''ῥαβδεύομαι''': ἀποθ., ἐπὶ ἰχθύος, [[συλλαμβάνω]] μικροὺς ἰχθῦς διὰ τῶν ῥαβδίων, [[ἤτοι]] τῶν πλοκάμων τοῦ στόματός μου, ἴδε [[ῥαβδίον]] 2. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=Α [[ῥάβδος]]<br /><b>(αποθ.)</b> (για [[ψάρι]]) [[συλλαμβάνω]] μικρά ψάρια με τα ραβδία, [[δηλαδή]] με τους μικρούς πλοκάμους του στόματός μου. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:25, 29 September 2017
English (LSJ)
A angle as with a rod, v. ῥαβδίον 1.2.
Greek (Liddell-Scott)
ῥαβδεύομαι: ἀποθ., ἐπὶ ἰχθύος, συλλαμβάνω μικροὺς ἰχθῦς διὰ τῶν ῥαβδίων, ἤτοι τῶν πλοκάμων τοῦ στόματός μου, ἴδε ῥαβδίον 2.
Greek Monolingual
Α ῥάβδος
(αποθ.) (για ψάρι) συλλαμβάνω μικρά ψάρια με τα ραβδία, δηλαδή με τους μικρούς πλοκάμους του στόματός μου.