Ὅμοια πόρνη δάκρυα καὶ ῥήτωρ ἔχει → Lacrumae oratori eaedem ac meretrici cadunt → Von Dirne und von Redner sind die Tränen gleich
(36) |
(No difference)
|
-ωνος, ὁ, ἡ, Α
(για φυτό) αυτός που έχει ζαρωμένο, ρυτιδωμένο φλοιό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥυσός «ζαρωμένος, ρυτιδωμένος» + -χίτων (< χιτών, -ῶνος), πρβλ. χρυσο-χίτων].