φρατρικός: Difference between revisions
From LSJ
τῶν δ᾿ ἄλλων τῶν νοσηματικῶν ἧττον μετέχουσιν αἱ γυναῖκες → apart from this one, women are less troubled by maladies
(6_10) |
(45) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φρατρικός''': -ή, -όν, = [[φρατριατικός]]˙ [[ἐκκλησία]] φρατρικὴ = Λατ. comitia curiata, Διον. Ἁλ. 4. 20. | |lstext='''φρατρικός''': -ή, -όν, = [[φρατριατικός]]˙ [[ἐκκλησία]] φρατρικὴ = Λατ. comitia curiata, Διον. Ἁλ. 4. 20. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -όν, Α [[φράτρα]] / [[φρατρία]]]<br />[[φρατριατικός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:47, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A = φρατριακός, ἐκκλησία φ., = Lat. comitia curiata, D.H.4.20.
German (Pape)
[Seite 1304] = φρατριακός; Ath. 185 c; ἐκκλησία φρατρική, die comitia curiata der Römer, D. Hal. 4, 20.
Greek (Liddell-Scott)
φρατρικός: -ή, -όν, = φρατριατικός˙ ἐκκλησία φρατρικὴ = Λατ. comitia curiata, Διον. Ἁλ. 4. 20.
Greek Monolingual
-ή, -όν, Α φράτρα / φρατρία]
φρατριατικός.