σωκάριον: Difference between revisions
From LSJ
Εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → A way of life disposed to silence is contemptible → Taciturna facile ingenia contemni solent → Gemein ist ein Charakter, über den man schweigt
(6_21) |
(40) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σωκάριον''': τό, = [[σχοινίον]], Ἀρχ. Μαθ. Γεωπ. 20, 42, κλπ. | |lstext='''σωκάριον''': τό, = [[σχοινίον]], Ἀρχ. Μαθ. Γεωπ. 20, 42, κλπ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=τὸ, ΜΑ<br />[[σχοινί]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[αντί]] ενός αναμενόμενου <i>σοκκάριον</i> <span style="color: red;"><</span> [[σόκκος]] / <i>σόκος</i> (<b>πρβλ.</b> και μσν. [[σῶκος]] [ΙΙ])]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:55, 29 September 2017
English (LSJ)
τό,
A = σχοινίον, Hero *Geom.4.11, dub. l. in Gp.20.42.
German (Pape)
[Seite 1059] τό, = σχοινίον, Hero in Math. vett.
Greek (Liddell-Scott)
σωκάριον: τό, = σχοινίον, Ἀρχ. Μαθ. Γεωπ. 20, 42, κλπ.
Greek Monolingual
τὸ, ΜΑ
σχοινί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. αντί ενός αναμενόμενου σοκκάριον < σόκκος / σόκος (πρβλ. και μσν. σῶκος [ΙΙ])].