προσκαθίστημι: Difference between revisions

From LSJ

Φίλον βέβαιον ἐν κακοῖσι μὴ φοβοῦ → Fidelem amicum ne time in rebus malis → Hab in der Not nicht Angst vor einem treuen Freund

Menander, Monostichoi, 533
(35)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α [[καθίστημι]]<br /><b>1.</b> [[καθιστώ]], [[διορίζω]] επί [[πλέον]] («[[προσκαθίστημι]] στρατηγόν», <b>Διόδ.</b>)<br /><b>2.</b> [[διευθετώ]], [[τακτοποιώ]] επί [[πλέον]]<br /><b>3.</b> [[συγκαταριθμώ]], [[συνυπολογίζω]] («ἐνόχους ἐν τούτῳ προσκατακτήσας καὶ τοὺς ἐμοὺς κληρονόμους», πάπ.).
|mltxt=Α [[καθίστημι]]<br /><b>1.</b> [[καθιστώ]], [[διορίζω]] επί [[πλέον]] («[[προσκαθίστημι]] στρατηγόν», <b>Διόδ.</b>)<br /><b>2.</b> [[διευθετώ]], [[τακτοποιώ]] επί [[πλέον]]<br /><b>3.</b> [[συγκαταριθμώ]], [[συνυπολογίζω]] («ἐνόχους ἐν τούτῳ προσκατακτήσας καὶ τοὺς ἐμοὺς κληρονόμους», πάπ.).
}}
{{lsm
|lsmtext='''προσκαθίστημι:''' μέλ. <i>-στήσω</i>, [[στήνω]], [[βάζω]] δίπλα, [[διορίζω]] [[επιπλέον]], σε Πλούτ.
}}
}}

Revision as of 19:08, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσκαθίστημι Medium diacritics: προσκαθίστημι Low diacritics: προσκαθίστημι Capitals: ΠΡΟΣΚΑΘΙΣΤΗΜΙ
Transliteration A: proskathístēmi Transliteration B: proskathistēmi Transliteration C: proskathistimi Beta Code: proskaqi/sthmi

English (LSJ)

   A supply labour besides, τὰ ἐλλείποντα σώματα PPetr.2p.7 (iii B.C.); appoint besides, στρατηγόν D.S.13.80, cf. Plu. Num.7:—also in aor.Med., καινὰ ἕτερα [τέλη] D.C.66.8, etc.; arrange besides, τὰ ἐν Πόντῳ προσκατεστήσατο Id.42.46.

German (Pape)

[Seite 767] (s. ἵστημι), noch dazu einsetzen, τοῖς οὖσιν ἱερεῦσι τρίτον προσκατέστησεν, Plut. Num. 7; auch = in seine Gewalt bringen, LXX.

Greek (Liddell-Scott)

προσκαθίστημι: καθιστῶ, διορίζω προσέτι, στρατηγὸν Διόδ. 13. 80, Πρβλ. Πλουτ. Ρωμ. 7· ― οὕτω καὶ ἐν τῷ μέσῳ ἀορ., Δίων Κ. 66. 8, κτλ.· τακτοποιῶ, διευθετῶ προσέτι, τὰ ἐν Πόντῳ προσκατεστήσατο ὁ αὐτ. 42. 46.

French (Bailly abrégé)

f. προσκαταστήσω, ao. προσκατέστησα, etc.
établir ou instituer en outre : τινί, outre qqn ou qch.
Étymologie: πρός, καθίστημι.

Greek Monolingual

Α καθίστημι
1. καθιστώ, διορίζω επί πλέονπροσκαθίστημι στρατηγόν», Διόδ.)
2. διευθετώ, τακτοποιώ επί πλέον
3. συγκαταριθμώ, συνυπολογίζω («ἐνόχους ἐν τούτῳ προσκατακτήσας καὶ τοὺς ἐμοὺς κληρονόμους», πάπ.).

Greek Monotonic

προσκαθίστημι: μέλ. -στήσω, στήνω, βάζω δίπλα, διορίζω επιπλέον, σε Πλούτ.