3,274,408
edits
(8) |
(3) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[γλαυκῶπις]], (-ιδος), η (Α)<br /><b>1.</b> (για την Αθηνά) αυτή που έχει λαμπερά ή γκριζογάλανα μάτια<br /><b>2.</b> [[γλαυκός]] («[[γλαυκῶπις]] [[ἐλαία]], [[σελήνη]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[γλαυκός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ωπις</i> <span style="color: red;"><</span> <i>ωψ</i>, <i>ωπός</i>, «[[μάτι]], [[πρόσωπο]]» (<b>[[πρβλ]].</b> <i>βλοσυρώπις</i>, [[βοώπις]], [[ελικώπις]]). Η αρχική [[σημασία]] του επιθέτου [[πρέπει]] να ήταν «αυτή που έχει μάτια ή όψη κουκουβάγιας» (<b>βλ.</b> και λ. [[γλαυκός]])]. | |mltxt=[[γλαυκῶπις]], (-ιδος), η (Α)<br /><b>1.</b> (για την Αθηνά) αυτή που έχει λαμπερά ή γκριζογάλανα μάτια<br /><b>2.</b> [[γλαυκός]] («[[γλαυκῶπις]] [[ἐλαία]], [[σελήνη]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[γλαυκός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ωπις</i> <span style="color: red;"><</span> <i>ωψ</i>, <i>ωπός</i>, «[[μάτι]], [[πρόσωπο]]» (<b>[[πρβλ]].</b> <i>βλοσυρώπις</i>, [[βοώπις]], [[ελικώπις]]). Η αρχική [[σημασία]] του επιθέτου [[πρέπει]] να ήταν «αυτή που έχει μάτια ή όψη κουκουβάγιας» (<b>βλ.</b> και λ. [[γλαυκός]])]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''γλαυκῶπις:''' ἡ, γεν. <i>-ιδος</i>, αιτ. <i>-ιδα</i> ή <i>-ιν</i> (<i>ὤψ</i>)· σε Όμηρ. ως επίθ. της θεάς Αθηνάς, που είχε αστραφτερούς, [[πολύ]] φωτεινούς, λαμπερούς και άγριους οφθαλμούς, μάτια· βλ. [[γλαυκός]]. | |||
}} | }} |