ἑκατονταετηρίς: Difference between revisions
From LSJ
Μέμνησο νέος ὤν, ὡς γέρων ἔσῃ ποτέ → Iuvenis memento te fore aliquando senem → Bedenke jung schon, dass dereinst ein Greis du bist
(big3_13) |
(4) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ίδος, ἡ<br />[[período de cien años]], [[siglo]] κατὰ ἑκατονταετηρίδα ἑκάστην Pl.<i>R</i>.615a, cf. <i>Cat.Cod.Astr</i>.5(2).136.21. | |dgtxt=-ίδος, ἡ<br />[[período de cien años]], [[siglo]] κατὰ ἑκατονταετηρίδα ἑκάστην Pl.<i>R</i>.615a, cf. <i>Cat.Cod.Astr</i>.5(2).136.21. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἑκᾰτονταετηρίς:''' -[[ίδος]], ἡ ([[ἔτος]]), [[περίοδος]] [[εκατό]] ετών, σε Πλάτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 22:32, 30 December 2018
English (LSJ)
ίδος, ἡ,
A period of 100 years, Pl.R.615a.
German (Pape)
[Seite 752] ίδος, ἡ, das Jahrhundert, Plat. Rep. X, 615 a.
Greek (Liddell-Scott)
ἑκᾰτονταετηρίς: -ίδος, ἡ, περίοδος ἑκατὸν ἐτῶν, τοῦτο δὲ εἶναι κατὰ ἑκατονταετηρίδα ἑκάστην Πλάτ. Πολ. 615Α.
French (Bailly abrégé)
ίδος (ἡ) :
période de cent ans.
Étymologie: ἑκατόν, ἔτος.
Spanish (DGE)
-ίδος, ἡ
período de cien años, siglo κατὰ ἑκατονταετηρίδα ἑκάστην Pl.R.615a, cf. Cat.Cod.Astr.5(2).136.21.
Greek Monotonic
ἑκᾰτονταετηρίς: -ίδος, ἡ (ἔτος), περίοδος εκατό ετών, σε Πλάτ.