καμμίξας: Difference between revisions

From LSJ

ἐν πιθήκοις ὄντα δεῖ εἶναι πίθηκον → in Rome we do as the Romans do | when in Rome, do as the Romans do | when in Rome, do as the Romans | when in Rome, do like the Romans do | when in Rome | being among monkeys one has to be a monkey

Source
(Bailly1_3)
(5)
Line 4: Line 4:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>part. ao. poét. de</i> [[καταμίγνυμι]] <i>ou</i> de καταμίσγω.
|btext=<i>part. ao. poét. de</i> [[καταμίγνυμι]] <i>ou</i> de καταμίσγω.
}}
{{lsm
|lsmtext='''καμμίξας:''' Επικ. αντί <i>καταμίξας</i>, μτχ. αορ. αʹ του [[καταμίγνυμι]].
}}
}}

Revision as of 23:36, 30 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

καμμίξας: Ἐπικ. ἀντὶ καταμίξας, μετοχ. ἀορ. α΄ τοῦ καταμίγνυμι, διάφ. γραφ. ἀντὶ κ’ ἀμμίξας, δηλ. κε ἀναμίξας Ἰλ. Ω. 529.

French (Bailly abrégé)

part. ao. poét. de καταμίγνυμι ou de καταμίσγω.

Greek Monotonic

καμμίξας: Επικ. αντί καταμίξας, μτχ. αορ. αʹ του καταμίγνυμι.