μεσουράνησις: Difference between revisions
From LSJ
Γυνὴ δ' ὅλως οὐ συμφέρον βουλεύεται → Nulla umquam spectat mulier, utile quod siet → Die Frau sinnt gänzlich nicht auf das, was nützlich ist
(Bailly1_3) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=εως (ἡ) :<br />arrivée d’un astre, <i>particul.</i> du soleil, au méridien.<br />'''Étymologie:''' [[μεσουρανέω]]. | |btext=εως (ἡ) :<br />arrivée d’un astre, <i>particul.</i> du soleil, au méridien.<br />'''Étymologie:''' [[μεσουρανέω]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''μεσουράνησις:''' ἡ ([[οὐρανός]]), η [[θέση]] του ήλιου στον ουρανό κατά το [[μεσημέρι]], σε Στράβ. | |||
}} | }} |
Revision as of 00:16, 31 December 2018
English (LSJ)
εως, ἡ,
A culmination, Str.2.1.18 (pl.), Gem.2.21, al., Ptol.Alm.8.4 (pl.), Plot.3.1.5 (pl.).
German (Pape)
[Seite 140] ἡ, das Culminiren der Sonne um Mittag, auch die Mittagslinie, Strab. II, 75 u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
μεσουράνησις: ἡ, ἡ τοῦ ἡλίου θέσις ἐν τῷ μεσημβρινῷ, Στράβ. 75.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
arrivée d’un astre, particul. du soleil, au méridien.
Étymologie: μεσουρανέω.
Greek Monotonic
μεσουράνησις: ἡ (οὐρανός), η θέση του ήλιου στον ουρανό κατά το μεσημέρι, σε Στράβ.