οἰωνιστής: Difference between revisions
Νέος ἂν πονήσῃς, γῆρας ἕξεις εὐθαλές → Iuvenis labora: senium habebis floridum → Wenn jung du schuftest, wird dein Alter blühend sein
(28) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[οἰωνιστής]], ὁ (Α) [[οιωνίζομαι]]<br />[[οιωνοσκόπος]]. | |mltxt=[[οἰωνιστής]], ὁ (Α) [[οιωνίζομαι]]<br />[[οιωνοσκόπος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''οἰωνιστής:''' -οῦ, ὁ, αυτός που προλέγει το [[μέλλον]] από το [[πέταγμα]] και τις κραυγές των πουλιών, [[μάντης]], [[οιωνοσκόπος]], σε Ομήρ. Ιλ., Ησίοδ. | |||
}} | }} |
Revision as of 00:40, 31 December 2018
English (LSJ)
οῦ, ὁ,
A one who foretells from the flight and cries of birds, Il.2.858, 17.218, Hes.Sc.185 ; θεοπρόπος οἰ. Il.13.70 : in late Prose, Gal.9.833 ;=Lat. augur, D.H. 10.57, D.C.37.27,al.
Greek (Liddell-Scott)
οἰωνιστής: -οῦ, ὁ, ὁ προλέγων τὰ μέλλοντα ἐκ τῆς πτήσεως καὶ τῶν κραυγῶν τῶν πτηνῶν, μάντις, οἰωνοσκόπος, Ἰλ. Β. 858, Ρ. 218, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 185· θεοπρόπος οἰωνιστὴς Ἰλ. Ν. 70.
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ) :
celui qui tire des présages du vol ou du cri des oiseaux, augure.
Étymologie: οἰωνίζομαι.
English (Autenrieth)
(bird) seer; as adj., Il. 13.70.
Greek Monolingual
οἰωνιστής, ὁ (Α) οιωνίζομαι
οιωνοσκόπος.
Greek Monotonic
οἰωνιστής: -οῦ, ὁ, αυτός που προλέγει το μέλλον από το πέταγμα και τις κραυγές των πουλιών, μάντης, οιωνοσκόπος, σε Ομήρ. Ιλ., Ησίοδ.