θυροκοπέω: Difference between revisions
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)
(5) |
(2b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''θῠροκοπέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[χτυπώ]] την πόρτα για να ανοίξει, [[κρούω]] τη [[θύρα]], σε Αριστοφ. | |lsmtext='''θῠροκοπέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[χτυπώ]] την πόρτα για να ανοίξει, [[κρούω]] τη [[θύρα]], σε Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''θῠροκοπέω:''' <b class="num">1)</b> стучаться в дверь (θυροκοπῆσαι καὶ πατάξαι Arph.);<br /><b class="num">2)</b> стучать, постукивать (τῇ χειρὶ τὴν πλευράν τινος Plut.). | |||
}} | }} |
Revision as of 06:44, 31 December 2018
English (LSJ)
A knock at the door, break it open, esp. as a drunken feat, ἀπὸ γὰρ οἴνου γίγνεται καὶ θυροκοπῆσαι κτλ. Ar.V.1254; θυροκοπῶν ὦφλεν δἰκην Antiph.239, cf. Chor.inHermes17.232. 2 metaph., knock as at a door, θ. τῇ χειρὶ τὴν πλευράν [τινος] Plu.2.503a; ὁ λιμὸς τὴν γαστέρα θ. Alciphr.3.70.
German (Pape)
[Seite 1227] an die Thür klopfen, um eingelassen zu werden, Ar. Vesp. 1254; bes. an die Thür der Geliebten klopfen, ἐπικωμάζειν erkl. B. A. 42, 31; Antiphan. bei Stob. floril. 116, 26; Sp. auch τὴν πλευρὰν τῇ χειρί, Plut. de garrul. 2, u. ὁ λιμὸς τὴν γαστέρα ἐθυροκόπει, Alciphr. 3, 70.
Greek (Liddell-Scott)
θῠροκοπέω: κτυπῶ τὴν θύραν, ἀνοίγω αὐτὴν βιαίως, ἰδίως ἐπὶ μεθύσου, ἀπὸ γὰρ οἴνου γίγνεται καὶ θυροκοπῆσαι Ἀριστοφ. Σφηξ. 1254· θυροκοπῶν ὦφλεν δίκην Ἀντιφ. ἐν Ἀδήλ. 71. 2) κτυπῶ οὕτως ὡς εἰ ἔκρουον θύραν. θ. τὴν πλευράν τινος Πλούτ. 2. 503Α· ὁ λιμὸς τὴν γαστέρα θυρ. Ἀλκίφρ. 3. 70.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
1 frapper à la porte pour entrer;
2 p. ext. frapper à petits coups.
Étymologie: θυροκόπος.
Greek Monotonic
θῠροκοπέω: μέλ. -ήσω, χτυπώ την πόρτα για να ανοίξει, κρούω τη θύρα, σε Αριστοφ.
Russian (Dvoretsky)
θῠροκοπέω: 1) стучаться в дверь (θυροκοπῆσαι καὶ πατάξαι Arph.);
2) стучать, постукивать (τῇ χειρὶ τὴν πλευράν τινος Plut.).