κρεμόω: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου → but by the sublimity of thy divine commandments

Source
(5)
(3)
Line 7: Line 7:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κρεμόω:''' Επικ. μέλ. του [[κρεμάννυμι]]· Αττ. [[κρεμῶ]].
|lsmtext='''κρεμόω:''' Επικ. μέλ. του [[κρεμάννυμι]]· Αττ. [[κρεμῶ]].
}}
{{elru
|elrutext='''κρεμόω:''' эп. fut. к [[κρεμάννυμι]].
}}
}}

Revision as of 07:00, 31 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

κρεμόω: Ἐπικ. μέλλ. τοῦ κρεμάννυμι.

French (Bailly abrégé)

fut. épq. de κρεμάννυμι.

Greek Monotonic

κρεμόω: Επικ. μέλ. του κρεμάννυμι· Αττ. κρεμῶ.

Russian (Dvoretsky)

κρεμόω: эп. fut. к κρεμάννυμι.