μηδαμός: Difference between revisions

From LSJ

Κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως → Death is better than a life of misery → Satius mori quam calamitose vivere → Der Tod ist besser als ein Leben in der Not

Menander, Monostichoi, 296
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μηδαμός:''' -ή, -όν αντί [[μηδὲ]] [[ἀμός]], μόνο στον πληθ. <i>[[μηδαμοί]]</i> (στους Ίων. συγγραφείς), [[κανένας]], σε Ηρόδ.
|lsmtext='''μηδαμός:''' -ή, -όν αντί [[μηδὲ]] [[ἀμός]], μόνο στον πληθ. <i>[[μηδαμοί]]</i> (στους Ίων. συγγραφείς), [[κανένας]], σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''μηδᾰμός:''' (только pl.) ни один, никакой, никто: μηδαμοῖσι ἄλλοισι Ἰώνων Her. никому из прочих ионян; μηδαμοὺς τῶν Δωριέων Her. никого из дорян.
}}
}}

Revision as of 08:00, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηδᾰμός Medium diacritics: μηδαμός Low diacritics: μηδαμός Capitals: ΜΗΔΑΜΟΣ
Transliteration A: mēdamós Transliteration B: mēdamos Transliteration C: midamos Beta Code: mhdamo/s

English (LSJ)

ή, όν, for μηδὲ ἁμός,

   A not even one, i.e. not any one, no one, only in pl. μηδαμοί, none, Hdt.1.143, 144, 2.91, etc.: for neut. pl. v. μηδαμά.

German (Pape)

[Seite 169] ή, όν, statt μηδὲ ἀμός, ouch nicht Einer, Her., nur im plur., 1, 143. 2, 91. 4, 1368vgl. oben μηδαμῆ).

Greek (Liddell-Scott)

μηδᾰμός: ἢ, ὅν, ἀντὶ μηδὲ ἁμός, μηδὲ εἷς, «κανείς», ὡς τὸ μηδείς, ἐν χρήσει μόνον ἐν τῷ πληθ. μηδαμοί, καὶ μόνον παρ’ Ἴωσιν, ὡς Ἡρόδ. 1. 143, 144, κτλ.· πρβλ. οὐδαμός.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
aucun, nul.
Étymologie: μηδέ, ἀμός.

Greek Monolingual

μηδαμός, -ή, -όν (Α)
(ιων. τ. μόνο στον πληθ.) ούτε ένας, κανένας («ἐβουλεύσαντο δὲ αὐτοῡ μεταδοῡναι μηδαμοῑσι ἄλλοισι Ἰώνων», Ηρόδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. <μηδέ + ἁμός, δωρ. τ. του ἐμός (πρβλ. ουδαμός)].

Greek Monotonic

μηδαμός: -ή, -όν αντί μηδὲ ἀμός, μόνο στον πληθ. μηδαμοί (στους Ίων. συγγραφείς), κανένας, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

μηδᾰμός: (только pl.) ни один, никакой, никто: μηδαμοῖσι ἄλλοισι Ἰώνων Her. никому из прочих ионян; μηδαμοὺς τῶν Δωριέων Her. никого из дорян.