δεκάμνους: Difference between revisions
νῆα μὲν οἵ γε μέλαιναν ἐπ' ἠπείροιο ἔρυσσαν ὑψοῦ ἐπὶ ψαμάθοις, ὑπὸ δ' ἕρματα μακρὰ τάνυσσαν → they pushed the black ship up over the sand onto dry land and placed long beams under her
(3) |
(nl) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''δεκάμνους:''' -μνουν, ([[μνᾶ]]), αυτός που ζυγίζει ή αξίζει όσο [[δέκα]] μνες, σε Αριστοφ. | |lsmtext='''δεκάμνους:''' -μνουν, ([[μνᾶ]]), αυτός που ζυγίζει ή αξίζει όσο [[δέκα]] μνες, σε Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=δεκάμνους -ουν [δέκα, μνᾶ] tien minai zwaar (ca. 6 kilo); tien minai waard. | |||
}} | }} |
Revision as of 13:44, 31 December 2018
English (LSJ)
μνουν, (μνᾶ)
A weighing or worth ten minae, Ar.Pax1224, 1235; δεκάμνουν, τό, weight of ten minae, IG22.1013.55; written δεκάμνων in ib. 11.203B99 (Delos, iii B.C.).
French (Bailly abrégé)
ους, ουν :
c. δεκάμνοος.
Spanish (DGE)
-ουν
• Morfología: [ac. neutr. sg. δεκάμνων X.Lac.7.5, IG 11(2).203B.99 (III a.C.)]
I que vale diez minas, de diez minasde una coraza, Ar.Pax 1224, cf. 1235.
II subst. τό δ.
1 numism. moneda de diez minas X.l.c.
2 peso de diez minas, IG l.c., 22.1013.55 (II a.C.).
Greek Monolingual
δεκάμνους, -ουν και (δωρ. τ.) δεκάμνως, -ων (Α)
αυτός που έχει βάρος ή αξία δέκα μνων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δέκα + μνα «ποσό εκατό δραχμών»].
Greek Monotonic
δεκάμνους: -μνουν, (μνᾶ), αυτός που ζυγίζει ή αξίζει όσο δέκα μνες, σε Αριστοφ.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
δεκάμνους -ουν [δέκα, μνᾶ] tien minai zwaar (ca. 6 kilo); tien minai waard.