ἁβροχίτων: Difference between revisions

From LSJ

Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit

Menander, Monostichoi, 449
(2)
(1)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἁβροχίτων:''' [ῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει [[λεπτό]] ή μαλακό χιτώνα, αυτός που είναι ντυμένος αβρά, λεπτά, σε Ανθ.· <i>εὐνὰς ἁβροχίτωνας</i>, κρεβάτια που έχουν απαλά καλύμματα, σκεπάσματα, σε Αισχύλ.
|lsmtext='''ἁβροχίτων:''' [ῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει [[λεπτό]] ή μαλακό χιτώνα, αυτός που είναι ντυμένος αβρά, λεπτά, σε Ανθ.· <i>εὐνὰς ἁβροχίτωνας</i>, κρεβάτια που έχουν απαλά καλύμματα, σκεπάσματα, σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἁβροχίτων:''' ωνος (ῐ) adj.<br /><b class="num">1)</b> устланный мягкими покрывалами (εὐναί Aesch.);<br /><b class="num">2)</b> в одежде из мягкой ткани Anth.
}}
}}

Revision as of 15:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁβροχίτων Medium diacritics: ἁβροχίτων Low diacritics: αβροχίτων Capitals: ΑΒΡΟΧΙΤΩΝ
Transliteration A: habrochítōn Transliteration B: habrochitōn Transliteration C: avrochiton Beta Code: a(broxi/twn

English (LSJ)

[ῐ], ωνος, ὁ, ἡ,

   A in soft tunic, softly clad, AP9.538; epith. of Dionysus, Inscr.Cos5.11; εὐνὰς ἁβροχίτωνας beds with soft coverings, A.Pers.543.

German (Pape)

[Seite 5] ωνος, εὐναί, Lager, mit weichen Decken, Aesch. Pers. 535; mit prunkendem Gewand, Ep. ad. A. P. IX, 538; Διόνυσος Nonn. D. 43, 441; Μαιῶται Orph. Arg. 1063.

Greek (Liddell-Scott)

ἁβροχίτων: [ῐ], ωνος, ὁ, ἡ, μετὰ μαλακοῦ χιτῶνος, ἁβρῶς ἐνδεδυμένος. Ἀνθ. Π. 9. 538· ― εὐνὰς ἁβροχίτωνας· κλίνας ἢ κοίτας μετὰ μαλακῶν σκεπασμάτων Αἰσχύλ. Πέρσ. 543.

French (Bailly abrégé)

ωνος (ὁ, ἡ)
à la molle couverture (lit).
Étymologie: ἁβρός, χιτών.

Spanish (DGE)

-ωνος

• Alolema(s): ἁβροκίτων Lindos 197f.5 (II a.C.)

• Prosodia: [-ῐ-]
1 de finos y costosos cobertores εὐναί A.Pers.543.
2 de fina o suave túnica ὁ φύλαξ AP 9.538, de dioses: de Dioniso ICos EV 234.11 (I a.C.), Lindos l.c., Ἔρως Nonn.D.25.160, ἁβροχίτων ἀσίδηρος ... Ἀθήνη Nonn.D.2.708, ἁβροχίτων ἀσίδηρος ἄναξ de Jesucristo, Nonn.Par.Eu.Io.18.6.

Greek Monotonic

ἁβροχίτων: [ῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει λεπτό ή μαλακό χιτώνα, αυτός που είναι ντυμένος αβρά, λεπτά, σε Ανθ.· εὐνὰς ἁβροχίτωνας, κρεβάτια που έχουν απαλά καλύμματα, σκεπάσματα, σε Αισχύλ.

Russian (Dvoretsky)

ἁβροχίτων: ωνος (ῐ) adj.
1) устланный мягкими покрывалами (εὐναί Aesch.);
2) в одежде из мягкой ткани Anth.