ἀντικατάσχεσις: Difference between revisions
From LSJ
Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch
(4) |
(1) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀντικατάσχεσις]], η (Α)<br />βίαιη [[συγκράτηση]]. | |mltxt=[[ἀντικατάσχεσις]], η (Α)<br />βίαιη [[συγκράτηση]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀντικατάσχεσις:''' εως ἡ задержка, остановка, прекращение (τοῦ πνεύματος Arst.). | |||
}} | }} |
Revision as of 16:36, 31 December 2018
English (LSJ)
εως, ἡ,
A holding in by force, τοῦ πνεύματος Arist.Pr.961b22.
German (Pape)
[Seite 253] ἡ, das gewaltsame Zurückhalten, Arist. probl. 3, 1.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντικατάσχεσις: -εως, ἡ, ἡ βιαία συγκράτησις, τοῦ πνεύματος Ἀριστ. Προβλ. 3. 1, 3.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
retención τοῦ πνεύματος Arist.Pr.961b22.
Greek Monolingual
ἀντικατάσχεσις, η (Α)
βίαιη συγκράτηση.
Russian (Dvoretsky)
ἀντικατάσχεσις: εως ἡ задержка, остановка, прекращение (τοῦ πνεύματος Arst.).