δωροφορικός: Difference between revisions

2
(10)
(2)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δωροφορικός]], -ή, -όν (AM)<br /><b>1.</b> αυτός που προσφέρει δώρα<br /><b>2.</b> αυτός που προσφέρεται ως [[δώρο]].
|mltxt=[[δωροφορικός]], -ή, -όν (AM)<br /><b>1.</b> αυτός που προσφέρει δώρα<br /><b>2.</b> αυτός που προσφέρεται ως [[δώρο]].
}}
{{elru
|elrutext='''δωροφορικός:''' приносящий дары, дарящий Plat.
}}
}}