ἔκμακτος: Difference between revisions

From LSJ

πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται → every knowledge, when separated from justice and the other virtues, ought to be called cunning rather than wisdom | every form of knowledge when sundered from justice and the rest of virtue is seen to be plain roguery rather than wisdom

Source
(10)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἔκμακτος]], -ον και ἐκμακτός, -όν (Α)<br />αποτυπωμένος.
|mltxt=[[ἔκμακτος]], -ον και ἐκμακτός, -όν (Α)<br />αποτυπωμένος.
}}
{{elru
|elrutext='''ἔκμακτος:''' [[ἐκμάσσω]] напечатленный, оттиснутый ([[εἶδος]] Emped.).
}}
}}

Revision as of 19:32, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔκμακτος Medium diacritics: ἔκμακτος Low diacritics: έκμακτος Capitals: ΕΚΜΑΚΤΟΣ
Transliteration A: ékmaktos Transliteration B: ekmaktos Transliteration C: ekmaktos Beta Code: e)/kmaktos

English (LSJ)

ον, (ἐκμάσσω)

   A express, εἴδη Emp.22.7.

German (Pape)

[Seite 768] aus-, abgedrückt, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

ἔκμακτος: -ον, ἢ ἐκμακτός, όν, (ἐκμάσσω) ἀποτυπωθείς, εἴδεσιν ἐκμακτοῖσι Ἐμπεδ. 267. Θεόφρ. περὶ Αἰσθ. 16.

Spanish (DGE)

-ον
impreso ἐχθρὰ ... διέχουσι μάλιστα γέννῃ τε κρήσῃ τε καὶ εἴδεσιν ἐκμάκτοισι Emp.B 22.5
dud., quizá repujado o a impronta τύπος Ath.Askl.4.87, cf. 110 (III a.C.).

Greek Monolingual

ἔκμακτος, -ον και ἐκμακτός, -όν (Α)
αποτυπωμένος.

Russian (Dvoretsky)

ἔκμακτος: ἐκμάσσω напечатленный, оттиснутый (εἶδος Emped.).