Πόλις γὰρ οὐκ ἔσθ' ἥτις ἀνδρός ἐσθ' ἑνός → The state which belongs to one man is no state at all
ao. de ἐντέλλω.
ἐνέτειλα: αόρ. αʹ του ἐντέλλω.
ἐνέτειλα: aor. к ἐντέλλω.