νυκτοφυλακέω: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''νυκτοφῠλᾰκέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[φυλάω]] [[σκοπιά]] τη [[νύχτα]]· [[νυκτοφυλακέω]] τὰ [[ἔξω]], [[περιφρουρώ]] τη [[νύχτα]] τους εξωτερικούς χώρους, σε Ξεν.
|lsmtext='''νυκτοφῠλᾰκέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[φυλάω]] [[σκοπιά]] τη [[νύχτα]]· [[νυκτοφυλακέω]] τὰ [[ἔξω]], [[περιφρουρώ]] τη [[νύχτα]] τους εξωτερικούς χώρους, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''νυκτοφῠλᾰκέω:''' нести ночную охрану, стоять в ночном карауле: ν. τὰ [[ἔξω]] Xen. нести наружную ночную охрану.
}}
}}