εὐαγορέω: Difference between revisions

From LSJ

Μὴ κρῖν' ὁρῶν τὸ κάλλος, ἀλλὰ τὸν τρόπον → Mores in arbitrando, non faciem vide → Nach dem Charakter, nicht nach Schönheit urteile

Menander, Monostichoi, 333
(4)
(1ab)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εὐᾱγορέω:''' εὐαγορία, Δωρ. αντί <i>εὐηγ-</i>.
|lsmtext='''εὐᾱγορέω:''' εὐαγορία, Δωρ. αντί <i>εὐηγ-</i>.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=εὐᾱγορέω, [doric for [[εὐηγορέω]]
}}
}}

Revision as of 11:35, 9 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐᾱγορέω Medium diacritics: εὐαγορέω Low diacritics: ευαγορέω Capitals: ΕΥΑΓΟΡΕΩ
Transliteration A: euagoréō Transliteration B: euagoreō Transliteration C: evagoreo Beta Code: eu)agore/w

English (LSJ)

εὐᾱγορία, Dor. for εὐηγ-.

German (Pape)

[Seite 1055] dor. für εὐηγορέω, w. m. s.

Greek (Liddell-Scott)

εὐᾱγορέω: εὐαγορία, Δωρ. ἀντὶ εὐηγορέω, εὐηγορία.

English (Slater)

εὐᾱγορέω
   1 praise formally ὂς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἢ πολεμίζων ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθεὶς κέρδος ὕψιστον δέκεται (ἐγκωμιασθείς Σ.) (I. 1.51)

Greek Monotonic

εὐᾱγορέω: εὐαγορία, Δωρ. αντί εὐηγ-.

Middle Liddell

εὐᾱγορέω, [doric for εὐηγορέω