κέγχρων: Difference between revisions
Σοφῷ παρ' ἀνδρὶ (Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς) πρῶτος εὑρέθη λόγος → Apud sapientem inventa est ratio primitus → Bei einem weisen Mann fand man zuerst Vernunft
(2) |
m (Text replacement - ">" to ">") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κέγχρων]] | |mltxt=[[κέγχρων]]> ὁ (Α)<br />[[τοπικός]] [[άνεμος]] που πνέει στον ποταμό Φάσι.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η [[σύνδεση]] με τη λ. [[κέρχνος]], με σημ. «[[βραχνάδα]]», δεν φαίνεται πιθανή]. | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl |
Revision as of 15:20, 15 January 2019
English (LSJ)
ωνος, ὁ, a local wind on the river Phasis, Hp.
A Aër.15.
German (Pape)
[Seite 1410] ωνος, ὁ, ein am Phasis wehender Wind, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
κέγχρων: ὁ, τοπικός τις ἄνεμος πνέων κατὰ τὸν ποταμὸν Φᾶσιν, Ἱππ. π. Ἀέρ. 290.
Greek Monolingual
κέγχρων> ὁ (Α)
τοπικός άνεμος που πνέει στον ποταμό Φάσι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Η σύνδεση με τη λ. κέρχνος, με σημ. «βραχνάδα», δεν φαίνεται πιθανή].
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κέγχρων -ονος, ὁ kenchron (naam van lokale wind bij de rivier de Phasis).
Frisk Etymological English
-ωνος
Grammatical information: m.
Meaning: name of a wind on the river Phasis, which is described as "βίαιος καὶ χαλεπη καὶ θερμή" (Hp. Aër. 15).
Origin: XX [etym. unknown]
Etymology: Acc. to Pisani Ist. Lomb. 73, 496 with v. Wilamowitz from κέρχνος hoarseness with metathesis. Schwyzer 487 considers forein origin.