περιλαβεύς: Difference between revisions
From LSJ
Παρθένε, ἐν ἀκροπόλει Τελεσῖνος ἄγαλμ' ἀνέθηκεν, Κήττιος, ᾧ χαίρουσα, διδοίης ἄλλο ἀναθεῖναι → O Virgin goddess, Telesinos from the deme of Kettos has set up a statue on the Acropolis. If you are pleased with it, please grant that he set up another
(32) |
mNo edit summary |
||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-έως, ὁ, Α<br />[[είδος]] χειρουργικού εργαλείου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>περι</i>-<i>λαβ</i>- του [[περιλαμβάνω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>εύς</i> (<b>πρβλ.</b> | |mltxt=-έως, ὁ, Α<br />[[είδος]] χειρουργικού εργαλείου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>περι</i>-<i>λαβ</i>- του [[περιλαμβάνω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>εύς</i> (<b>πρβλ.</b> [[αναλαβεύς]], [[καταλαβεύς]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 13:26, 26 October 2019
English (LSJ)
έως, ὁ, a surgical instrument, Hermes38.283.
Greek Monolingual
-έως, ὁ, Α
είδος χειρουργικού εργαλείου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. περι-λαβ- του περιλαμβάνω + κατάλ. -εύς (πρβλ. αναλαβεύς, καταλαβεύς)].