κοινοτελής: Difference between revisions
From LSJ
ἐπέμψατε ἀγγέλους τοῖς ἀλλήλοις ὥστε ἔγνωτε τὸν κίνδυνον → you sent messengers to one another so that you knew the danger
(21) |
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=koinotelis | |Transliteration C=koinotelis | ||
|Beta Code=koinotelh/s | |Beta Code=koinotelh/s | ||
|Definition=ές, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=ές, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[with the authority of the state]], δόγμα <span class="title">IG</span>11(4).1150 (Delos, ii B.C.).</span> | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κοινοτελής]], -ές (Α)<br />αυτός που επιτρέπεται ή παραχωρείται ή καθιερώνεται από την [[πολιτεία]] («[[δόγμα]] κοινοτελές», <b>επιγρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κοινός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τελής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τέλος]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ευ</i>-<i>τελής</i>, <i>υπο</i>-<i>τελής</i>]. | |mltxt=[[κοινοτελής]], -ές (Α)<br />αυτός που επιτρέπεται ή παραχωρείται ή καθιερώνεται από την [[πολιτεία]] («[[δόγμα]] κοινοτελές», <b>επιγρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κοινός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τελής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τέλος]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ευ</i>-<i>τελής</i>, <i>υπο</i>-<i>τελής</i>]. | ||
}} | }} |
Revision as of 19:10, 30 June 2020
English (LSJ)
ές,
A with the authority of the state, δόγμα IG11(4).1150 (Delos, ii B.C.).
Greek Monolingual
κοινοτελής, -ές (Α)
αυτός που επιτρέπεται ή παραχωρείται ή καθιερώνεται από την πολιτεία («δόγμα κοινοτελές», επιγρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοινός + -τελής (< τέλος), πρβλ. ευ-τελής, υπο-τελής].