Φαληρεύς: Difference between revisions

From LSJ

Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος → Satius mori quam calamitose vivere → Dem schlechten Leben vorzuziehen ist der Tod

Menander, Monostichoi, 193
(4b)
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
Line 3: Line 3:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, θηλ. Φαληρίς, -[[ίδος]], Α<br />ο [[κάτοικος]] του Φαλήρου, [[Φαληριώτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[Φαληρεύς]] <span style="color: red;"><</span> [[Φάληρον]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>εύς</i> (<b>πρβλ.</b> <i>Χαλκιδ</i>-<i>εύς</i>), ενώ το θηλ <i>Φαληρίς</i> με κατάλ. -<i>ίς</i>, -[[ίδος]] (<b>πρβλ.</b> <i>Λεσβ</i>-<i>ίς</i>)].
|mltxt=ὁ, θηλ. Φαληρίς, -[[ίδος]], Α<br />ο [[κάτοικος]] του Φαλήρου, [[Φαληριώτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Ο τ. [[Φαληρεύς]] <span style="color: red;"><</span> [[Φάληρον]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>εύς</i> (<b>πρβλ.</b> <i>Χαλκιδ</i>-<i>εύς</i>), ενώ το θηλ <i>Φαληρίς</i> με κατάλ. -<i>ίς</i>, -[[ίδος]] (<b>πρβλ.</b> <i>Λεσβ</i>-<i>ίς</i>)].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''Φᾰληρεύς:''' έως ὁ житель или уроженец Фалера Her.
|elrutext='''Φᾰληρεύς:''' έως ὁ житель или уроженец Фалера Her.
}}
}}

Revision as of 21:50, 29 December 2020

French (Bailly abrégé)

έως (ὁ) :
habitant ou originaire de Phalère.
Étymologie: Φάληρον.

Greek Monolingual

ὁ, θηλ. Φαληρίς, -ίδος, Α
ο κάτοικος του Φαλήρου, Φαληριώτης.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Ο τ. Φαληρεύς < Φάληρον + κατάλ. -εύς (πρβλ. Χαλκιδ-εύς), ενώ το θηλ Φαληρίς με κατάλ. -ίς, -ίδος (πρβλ. Λεσβ-ίς)].

Russian (Dvoretsky)

Φᾰληρεύς: έως ὁ житель или уроженец Фалера Her.