αδάγκωτος: Difference between revisions

From LSJ

οὗτος μὲν ὁ πιθανώτερος τῶν λόγων εἴρηται, δεῖ δὲ καὶ τὸν ἧσσον πιθανόν, ἐπεί γε δὴ λέγεται, ῥηθῆναι → this is the most credible of the stories told; but I must relate the less credible tale also, since they tell it

Source
(1)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που δεν δαγκώθηκε.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>α</i>- στερητ. <span style="color: red;">+</span> [[δαγκωτός]] <span style="color: red;"><</span> [[δαγκώνω]]].
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που δεν δαγκώθηκε.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>α</i>- στερητ. <span style="color: red;">+</span> [[δαγκωτός]] <span style="color: red;"><</span> [[δαγκώνω]]].
}}
}}

Latest revision as of 22:40, 29 December 2020

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που δεν δαγκώθηκε.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < α- στερητ. + δαγκωτός < δαγκώνω].