αμφικτίονες: Difference between revisions

From LSJ

Μαστιγίας ἔγχαλκος, ἀφόρητον κακόν → Pecuniosus verbero, malum maximum → Ein reicher Taugenichts, wie unerträglich schlimm

Menander, Monostichoi, 365
(3)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀμφικτίονες]], και -κτύονες, οι (Α)<br />1) αυτοί που κατοικούν [[γύρω]] ή [[κοντά]], περίοικοι, γείτονες<br /><b>2.</b> (ως κύριο όνομα) οι απεσταλμένοι των [[πόλεων]] που ήταν συνδεδεμένες σε Αμφικτιονία ή αμφικτιονική [[ομοσπονδία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>κτίονες</i> ή -<i>κτύονες</i> <span style="color: red;"><</span> [[κτίζω]] «[[κατοικώ]]» (<b>[[πρβλ]].</b> περι-κτίονες «γείτονες») και μυκην. <i>me</i>-<i>ta</i>-<i>ki</i>-<i>ti</i>-<i>ta</i> μετακτίται «μετοικήσαντες, μεταφερθέντες από [[αλλού]]». Ως [[προς]] τη [[γραφή]] –<i>κτύονες</i> με -<i>υ</i>-, πρόκειται για [[διαλεκτική]] [[εναλλαγή]] <i>ι</i> και <i>υ</i> που απαντά σε διαλεκτ. τύπους όπως ιων. [[αἰσυμνήτης]]: μεγαρ. [[αἰσιμνάτας]], [[μόλυβδος]]: [[μόλιβος]], [[βυβλίον]]: [[βιβλίον]] κ.ά.<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[Ἀμφικτυονία]], <i>ἀμφικτυονικός</i>, <i>ἀμφυκτυονίς</i>].
|mltxt=[[ἀμφικτίονες]], και -κτύονες, οι (Α)<br />1) αυτοί που κατοικούν [[γύρω]] ή [[κοντά]], περίοικοι, γείτονες<br /><b>2.</b> (ως κύριο όνομα) οι απεσταλμένοι των [[πόλεων]] που ήταν συνδεδεμένες σε Αμφικτιονία ή αμφικτιονική [[ομοσπονδία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>κτίονες</i> ή -<i>κτύονες</i> <span style="color: red;"><</span> [[κτίζω]] «[[κατοικώ]]» (πρβλ. περι-κτίονες «γείτονες») και μυκην. <i>me</i>-<i>ta</i>-<i>ki</i>-<i>ti</i>-<i>ta</i> μετακτίται «μετοικήσαντες, μεταφερθέντες από [[αλλού]]». Ως [[προς]] τη [[γραφή]] –<i>κτύονες</i> με -<i>υ</i>-, πρόκειται για [[διαλεκτική]] [[εναλλαγή]] <i>ι</i> και <i>υ</i> που απαντά σε διαλεκτ. τύπους όπως ιων. [[αἰσυμνήτης]]: μεγαρ. [[αἰσιμνάτας]], [[μόλυβδος]]: [[μόλιβος]], [[βυβλίον]]: [[βιβλίον]] κ.ά.<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[Ἀμφικτυονία]], <i>ἀμφικτυονικός</i>, <i>ἀμφυκτυονίς</i>].
}}
}}

Latest revision as of 23:30, 29 December 2020

Greek Monolingual

ἀμφικτίονες, και -κτύονες, οι (Α)
1) αυτοί που κατοικούν γύρω ή κοντά, περίοικοι, γείτονες
2. (ως κύριο όνομα) οι απεσταλμένοι των πόλεων που ήταν συνδεδεμένες σε Αμφικτιονία ή αμφικτιονική ομοσπονδία.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀμφι- + -κτίονες ή -κτύονες < κτίζω «κατοικώ» (πρβλ. περι-κτίονες «γείτονες») και μυκην. me-ta-ki-ti-ta μετακτίται «μετοικήσαντες, μεταφερθέντες από αλλού». Ως προς τη γραφήκτύονες με -υ-, πρόκειται για διαλεκτική εναλλαγή ι και υ που απαντά σε διαλεκτ. τύπους όπως ιων. αἰσυμνήτης: μεγαρ. αἰσιμνάτας, μόλυβδος: μόλιβος, βυβλίον: βιβλίον κ.ά.
ΠΑΡ. αρχ. Ἀμφικτυονία, ἀμφικτυονικός, ἀμφυκτυονίς].