ὑπερδίδωμι: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil

Plato, Laws, 626e
m (Text replacement - "εῑν" to "εῖν")
m (Text replacement - "οῡν" to "οῦν ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=Α [[δίδωμι]]<br />[[παραχωρώ]] κάποιον για να σώσω έναν [[άλλο]] («πρὸ πάντων μίαν ὑπερδοῡναι θανεῖν», <b>Ευρ.</b>).
|mltxt=Α [[δίδωμι]]<br />[[παραχωρώ]] κάποιον για να σώσω έναν [[άλλο]] («πρὸ πάντων μίαν ὑπερδοῦν
αι θανεῖν», <b>Ευρ.</b>).
}}
}}

Revision as of 14:30, 27 March 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερδίδωμι Medium diacritics: ὑπερδίδωμι Low diacritics: υπερδίδωμι Capitals: ΥΠΕΡΔΙΔΩΜΙ
Transliteration A: hyperdídōmi Transliteration B: hyperdidōmi Transliteration C: yperdidomi Beta Code: u(perdi/dwmi

English (LSJ)

A give instead, προπάντων μίαν ὑπερδοῦναι θανεῖν E.Fr. 360.18 (perh. ὕπερ δοῦναι) ; πλοῦτον ὑπερδώῃσι is dub. l. in Antioch. Astr. in Cat.Cod.Astr.1.112.

German (Pape)

[Seite 1194] (s. δίδωμι), dafür geben, τί τινος, Eur. frg. Erechth. 17.

Greek Monolingual

Α δίδωμι
παραχωρώ κάποιον για να σώσω έναν άλλο («πρὸ πάντων μίαν ὑπερδοῦν αι θανεῖν», Ευρ.).