Λαρισαίος: Difference between revisions
From LSJ
Μέμνησο πλουτῶν τοὺς πένητας ὠφελεῖν → Memento dives facere pauperibus bene → Vergiss nicht, dass als Reicher du den Armen hilfst
(22) |
m (Text replacement - "αῑος" to "αῖος") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-α και Λαρισινός, -ή, -ό (AM | |mltxt=-α και Λαρισινός, -ή, -ό (AM Λαρισαῖος, -αία, -ον, Α και Λαρίσιος, -ία, -ον και Λαρισηνός, -ή, -όν, ιων. τ. Ληρισαῖος, -αία, -ον) [[Λάρισα]]<br />αυτός που κατάγεται από τη [[Λάρισα]] ή ο [[κάτοικος]] της Λάρισας<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «Λαρισαῖος [[ἑψητήρ]]» — [[είδος]] χύτρας που κατασκευαζόταν στη [[Λάρισα]]. | ||
}} | }} |