υποκυβερνώ: Difference between revisions
From LSJ
Ὀργὴ δὲ πολλὰ δρᾶν ἀναγκάζει κακά → Ad prava saepe impellit iracundia → Es zwingt der Zorn dazu, viel Hässliches zu tun
m (Text replacement - " τοῡ " to " τοῦ ") |
m (Text replacement - "Πολυδ" to "Πολυδ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-άω, Α [[κυβερνῶ]]<br />(σχετικά με [[πλοίο]]) [[κυβερνώ]] ως [[υποπλοίαρχος]] («τῆς νεὼς ὑποκυβερνᾱν, προκυβερνᾱν ἐπὶ τοῦ πρῳράτου», <b> | |mltxt=-άω, Α [[κυβερνῶ]]<br />(σχετικά με [[πλοίο]]) [[κυβερνώ]] ως [[υποπλοίαρχος]] («τῆς νεὼς ὑποκυβερνᾱν, προκυβερνᾱν ἐπὶ τοῦ πρῳράτου», <b>Πολυδ.</b>). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:57, 28 March 2021
Greek Monolingual
-άω, Α κυβερνῶ
(σχετικά με πλοίο) κυβερνώ ως υποπλοίαρχος («τῆς νεὼς ὑποκυβερνᾱν, προκυβερνᾱν ἐπὶ τοῦ πρῳράτου», Πολυδ.).