πισσάριον: Difference between revisions

From LSJ

ἡ ὑπόστασίς μου ὡσεὶ οὐθὲν ἐνώπιόν σου → my life is as nothing in respect to you, my life is nothing in thy reckoning

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πισσάριον''': τό, ὀλίγη [[πίσσα]], τοὺς πνιγομένους πισσαρίῳ [[μετὰ]] ὕδατος… πότιζε Γαλην. 6 [[Κατὰ]] τόπ. σ. 250, 38 ἐκ τοῦ Ἀρχιγέν.
|lstext='''πισσάριον''': τό, ὀλίγη [[πίσσα]], τοὺς πνιγομένους πισσαρίῳ μετὰ ὕδατος… πότιζε Γαλην. 6 [[Κατὰ]] τόπ. σ. 250, 38 ἐκ τοῦ Ἀρχιγέν.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=τὸ, Α [[πίσσα]]<br />μικρή [[ποσότητα]] πίσσας.
|mltxt=τὸ, Α [[πίσσα]]<br />μικρή [[ποσότητα]] πίσσας.
}}
}}

Revision as of 12:05, 20 April 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πισσάριον Medium diacritics: πισσάριον Low diacritics: πισσάριον Capitals: ΠΙΣΣΑΡΙΟΝ
Transliteration A: pissárion Transliteration B: pissarion Transliteration C: pissarion Beta Code: pissa/rion

English (LSJ)

τό, A a little pitch, Archig. ap. Gal.12.978.

Greek (Liddell-Scott)

πισσάριον: τό, ὀλίγη πίσσα, τοὺς πνιγομένους πισσαρίῳ μετὰ ὕδατος… πότιζε Γαλην. 6 Κατὰ τόπ. σ. 250, 38 ἐκ τοῦ Ἀρχιγέν.

Greek Monolingual

τὸ, Α πίσσα
μικρή ποσότητα πίσσας.