ἀπαρτία: Difference between revisions
κρεῖττον εἶναι φιλοσόφως ἀποθανεῖν ἢ ἀφιλοσόφως ζῆν → that it is better to die in manner befitting a philosopher than to live unphilosophically
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ας, ἡ | |dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> jón. -ίη Hippon.112<br /><b class="num">• Grafía:</b> koiné y tard. graf. -ήα, -εία<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[menaje]], [[ajuar]] ἀκήρατον δὲ τὴν ἀ. ἔχει Hippon.l.c., cf. Thphr. en Poll.10.19<br /><b class="num">•</b>ἀνεζεύγνυσαν ... σὺν τῇ ἀπαρτίᾳ αὐτῶν partieron con sus bagajes o impedimenta</i> del pueblo de Israel en éxodo, LXX <i>Ex</i>.40.36, cf. <i>Nu</i>.10.12.<br /><b class="num">2</b> [[botín]] esp. de ganado πᾶσαν τὴν ἀπαρτίαν προνομεύσεις σεαυτῷ LXX <i>De</i>.20.14, καμήλους καὶ ὄνους καὶ ἡμιόνους εἰς τὴν ἀ. αὐτῶν LXX <i>Iu</i>.2.17<br /><b class="num">•</b>incluyendo tb. cautivos, LXX <i>Nu</i>.31.17.<br /><b class="num">II</b> [[subasta]] ἀπαρτίαν προέγραψε sacó a subasta</i> Plu.<i>Cic</i>.27, cf. 2.205c, ἀπὸ τῆς ἀπαρτείας <i>BGU</i> 1917.2 (III a.C.), ἐξ ἧς ἐποιήσατο ἀπαρτήας <i>PStras</i>.79.3 (I a.C.), ἀγοράζειν τι ἐξ ἀπαρτείας <i>PGnom</i>.241, cf. Poll.10.19.<br /><b class="num">III</b> <b class="num">1</b>[[marcha]], [[partida]] Cosm.Ind.<i>Top</i>.5.30.<br /><b class="num">2</b> ἀπαρτίαν· μετάβασιν, ἀποσκευήν, τέλος, ἀπαρτισμόν Hsch. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (Α [[ἀπαρτία]] κ. ιων. -ίη)<br /><b>νεοελλ.</b><br />ο [[ελάχιστος]] απαιτούμενος [[αριθμός]] προσώπων σε [[συνεδρίαση]] νομικού προσώπου δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου για την έγκυρη [[λήψη]] απόφασης<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> οικιακά σκεύη, κινητή [[περιουσία]]<br /><b>2.</b> η [[λεία]] του πολέμου, τα [[λάφυρα]]<br /><b>3.</b> [[δημοπρασία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>απ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> <i>αρτία</i>, θηλ. του επιθ. [[άρτιος]]]. | |mltxt=η (Α [[ἀπαρτία]] κ. ιων. -ίη)<br /><b>νεοελλ.</b><br />ο [[ελάχιστος]] απαιτούμενος [[αριθμός]] προσώπων σε [[συνεδρίαση]] νομικού προσώπου δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου για την έγκυρη [[λήψη]] απόφασης<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> οικιακά σκεύη, κινητή [[περιουσία]]<br /><b>2.</b> η [[λεία]] του πολέμου, τα [[λάφυρα]]<br /><b>3.</b> [[δημοπρασία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>απ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> <i>αρτία</i>, θηλ. του επιθ. [[άρτιος]]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 10:30, 20 July 2021
English (LSJ)
Ion. -ιη, ἡ, A = ἀποσκευή, household utensils, movables, chattels, Hippon.26, Thphr. ap. Poll.10.19, LXX Ex.40.36. 2 spoil, including captives, ib.Nu.31.17,18. II public auction, PStrassb. 59.3 (i B. C.), PGnom.241 (-εία, ii A. D.), Poll. l. c. III ἀπαρτίαν· μετάβασιν, ἀποσκευήν, τέλος, ἀπαρτισμόν, Hsch.
German (Pape)
[Seite 281] ἡ, 1) nach VLL. ἀποσκευή u. ἔπιπλα (vielleicht dann ἀπάρτια zu schreiben), Hausrath, bes. (von ἀπαίρω?) das Reisegepäck, LXX; Poll. erkl. es τὰ κοῦφα σκεύη, als ion. W. – 2) öffentliche Versteigerung, zur Zeit des Poll. der übliche Ausdruck, vgl. 10, 18. 19, aus Hippon.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπαρτία: ἡ, ἀποσκευή, οἰκιακὰ σκεύη, κινητὰ πράγματα, ἔπιπλα, ἀκήρατον δὲ τὴν ἀπαρτίαν ἔχει Ἱππῶναξ (70), καὶ Θεόφρ. παρὰ Πολυδ. Ι΄, 19. ΙΙ. δημόσια πρᾶσις, πώλησις, δημοπρασία, «εἴποις δ’ ἂν τὴν πρᾶσιν τῶν ἐπίπλων τὴν ὑπὸ κήρυκι γινομένην, ἥν νῦν ἀπαρτίαν καλοῦσιν, ἀγορὰν» κτλ. Πολυδ. ἔνθ’ ἀνωτ.· πρβλ. ἀπάρτιον.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
• Alolema(s): jón. -ίη Hippon.112
• Grafía: koiné y tard. graf. -ήα, -εία
I 1menaje, ajuar ἀκήρατον δὲ τὴν ἀ. ἔχει Hippon.l.c., cf. Thphr. en Poll.10.19
•ἀνεζεύγνυσαν ... σὺν τῇ ἀπαρτίᾳ αὐτῶν partieron con sus bagajes o impedimenta del pueblo de Israel en éxodo, LXX Ex.40.36, cf. Nu.10.12.
2 botín esp. de ganado πᾶσαν τὴν ἀπαρτίαν προνομεύσεις σεαυτῷ LXX De.20.14, καμήλους καὶ ὄνους καὶ ἡμιόνους εἰς τὴν ἀ. αὐτῶν LXX Iu.2.17
•incluyendo tb. cautivos, LXX Nu.31.17.
II subasta ἀπαρτίαν προέγραψε sacó a subasta Plu.Cic.27, cf. 2.205c, ἀπὸ τῆς ἀπαρτείας BGU 1917.2 (III a.C.), ἐξ ἧς ἐποιήσατο ἀπαρτήας PStras.79.3 (I a.C.), ἀγοράζειν τι ἐξ ἀπαρτείας PGnom.241, cf. Poll.10.19.
III 1marcha, partida Cosm.Ind.Top.5.30.
2 ἀπαρτίαν· μετάβασιν, ἀποσκευήν, τέλος, ἀπαρτισμόν Hsch.
Greek Monolingual
η (Α ἀπαρτία κ. ιων. -ίη)
νεοελλ.
ο ελάχιστος απαιτούμενος αριθμός προσώπων σε συνεδρίαση νομικού προσώπου δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου για την έγκυρη λήψη απόφασης
αρχ.
1. οικιακά σκεύη, κινητή περιουσία
2. η λεία του πολέμου, τα λάφυρα
3. δημοπρασία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < απ(ο)- + αρτία, θηλ. του επιθ. άρτιος].