κανονιέρα: Difference between revisions

From LSJ

Ἡρακλέους ὀργήν τιν' ἔχων → with a temper like Heracles', with a temper like Hercules'

Source
(19)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br /><b>ναυτ.</b> [[κανονιοφόρος]], μικρό [[σκάφος]] εφοδιασμένο με πυροβόλα μικρού διαμετρήματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ. <b>[[πρβλ]].</b> γαλλ. <i>canonniere</i> <span style="color: red;"><</span> <i>canon</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[κανόνι]] [Ι]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>iere</i>].
|mltxt=η<br /><b>ναυτ.</b> [[κανονιοφόρος]], μικρό [[σκάφος]] εφοδιασμένο με πυροβόλα μικρού διαμετρήματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ. [[πρβλ]]. γαλλ. <i>canonniere</i> <span style="color: red;"><</span> <i>canon</i> ([[πρβλ]]. [[κανόνι]] [Ι]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>iere</i>].
}}
}}

Revision as of 13:05, 23 August 2021

Greek Monolingual

η
ναυτ. κανονιοφόρος, μικρό σκάφος εφοδιασμένο με πυροβόλα μικρού διαμετρήματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. πρβλ. γαλλ. canonniere < canon (πρβλ. κανόνι [Ι]) + κατάλ. -iere].