κρυσταλλώνας: Difference between revisions

From LSJ

κινδυνεύει μὲν γὰρ ἡμῶν οὐδέτερος οὐδὲν καλὸν κἀγαθὸν εἰδέναι, ἀλλ᾽ οὗτος μὲν οἴεταί τι εἰδέναι οὐκ εἰδώς, ἐγὼ δέ, ὥσπερ οὖν οὐκ οἶδα, οὐδὲ οἴομαι· ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι. → for neither of us appears to know anything great and good; but he fancies he knows something, although he knows nothing; whereas I, as I do not know anything, so I do not fancy I do. In this trifling particular, then, I appear to be wiser than he, because I do not fancy I know what I do not know.

Source
(22)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο<br />[[μεγάλη]] [[έκταση]] πάγου στις κοιλάδες υψηλών ορέων, [[παγετώνας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κρύσταλλο]] <span style="color: red;">+</span> περιληπτική κατάλ. -<i>ών</i>(<i>ας</i>), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αμπελ</i>-<i>ώνας</i>, <i>στρατ</i>-<i>ώνας</i>. Η λ., στον λόγιο τ. <i>κρυσταλλών</i>, μαρτυρείται από το 1845 στον Κωνστ. Κουμανούδη].
|mltxt=ο<br />[[μεγάλη]] [[έκταση]] πάγου στις κοιλάδες υψηλών ορέων, [[παγετώνας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κρύσταλλο]] <span style="color: red;">+</span> περιληπτική κατάλ. -<i>ών</i>(<i>ας</i>), [[πρβλ]]. <i>αμπελ</i>-<i>ώνας</i>, <i>στρατ</i>-<i>ώνας</i>. Η λ., στον λόγιο τ. <i>κρυσταλλών</i>, μαρτυρείται από το 1845 στον Κωνστ. Κουμανούδη].
}}
}}

Revision as of 14:00, 23 August 2021

Greek Monolingual

ο
μεγάλη έκταση πάγου στις κοιλάδες υψηλών ορέων, παγετώνας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρύσταλλο + περιληπτική κατάλ. -ών(ας), πρβλ. αμπελ-ώνας, στρατ-ώνας. Η λ., στον λόγιο τ. κρυσταλλών, μαρτυρείται από το 1845 στον Κωνστ. Κουμανούδη].