οὐσιοπάτωρ: Difference between revisions

From LSJ

ἀνδρὸς τὰ προσπίπτοντα γενναίως φέρειν → a man should bear with courage what befalls him

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\." to "πρβλ. $2$4.")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[οὐσιοπάτωρ]], -ορος, ὁ (Α)<br />(για τον δεύτερο θεό [[κατά]] τις αντιλήψεις τών νεοπλατωνικών) ο [[πατέρας]] της ύπαρξης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[οὐσία]] <span style="color: red;">+</span> -[[πάτωρ]] (<span style="color: red;"><</span> [[πατήρ]]), <b>πρβλ.</b> <i>μητρο</i>-[[πάτωρ]].
|mltxt=[[οὐσιοπάτωρ]], -ορος, ὁ (Α)<br />(για τον δεύτερο θεό [[κατά]] τις αντιλήψεις τών νεοπλατωνικών) ο [[πατέρας]] της ύπαρξης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[οὐσία]] <span style="color: red;">+</span> -[[πάτωρ]] (<span style="color: red;"><</span> [[πατήρ]]), [[πρβλ]]. [[μητροπάτωρ]].
}}
}}

Revision as of 13:20, 25 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οὐσιοπάτωρ Medium diacritics: οὐσιοπάτωρ Low diacritics: ουσιοπάτωρ Capitals: ΟΥΣΙΟΠΑΤΩΡ
Transliteration A: ousiopátōr Transliteration B: ousiopatōr Transliteration C: ousiopator Beta Code: ou)siopa/twr

English (LSJ)

[ᾰ], ορος, ὁ, A father of existence, of the Second God, Iamb. Myst.8.2.

Greek Monolingual

οὐσιοπάτωρ, -ορος, ὁ (Α)
(για τον δεύτερο θεό κατά τις αντιλήψεις τών νεοπλατωνικών) ο πατέρας της ύπαρξης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οὐσία + -πάτωρ (< πατήρ), πρβλ. μητροπάτωρ.