Πιερίδες: Difference between revisions

From LSJ

Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζεινexplain Homer from Homer, explain Homer with Homer

Source
m (Text replacement - "epith." to "epithet")
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=αἱ, Α [[Πιερία]]<br />[[προσωνυμία]] τών Μουσών, [[επειδή]] είχαν ως [[κατοικία]] την [[Πιερία]] («Μοῡσαι [[Πιερίδες]]», <b>Ησίοδ.</b>).
|mltxt=αἱ, Α [[Πιερία]]<br />[[προσωνυμία]] τών Μουσών, [[επειδή]] είχαν ως [[κατοικία]] την [[Πιερία]] («Μοῦσαι [[Πιερίδες]]», <b>Ησίοδ.</b>).
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 19:50, 13 June 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Πιερίδες Medium diacritics: Πιερίδες Low diacritics: Πιερίδες Capitals: ΠΙΕΡΙΔΕΣ
Transliteration A: Pierídes Transliteration B: Pierides Transliteration C: Pierides Beta Code: *pieri/des

English (LSJ)

αἱ, Pierides, name of the Muses, as haunting Pieria, Hes. Sc. 206, Pi. O. 10 (11).96, P. 1.14, etc.

Greek (Liddell-Scott)

Πῑερίδες: -αἱ, ὄνομα τῶν Μουσῶν ὡς οἰκουσῶν τὴν Πιερίαν, χώραν τῆς βορείου Θεσσαλίας (πρβλ. Ἱστορ. τῆς Ἑλλ. Φιλολ. Μυλλέρου, μεταφρ. Κυπριαν. σ. 35), Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 206, Πινδ. Ο. 10 (11), 117, Π. 1. 27, κτλ. ― Ἡ χώρα καλεῖται Πιερία πρῶτον ἐν Ἰλ. Ξ. 226, Ὀδ. Ε. 50, Ἡσ. Θεογ. 53· καὶ ἐπίρρ. Πιερίηθεν, ἐκ τῆς Πιερίας, ἐν Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ., Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 85· ― Ἐπίθ. Πιερικός, ή, όν, Ἡρόδ. 4. 195, κτλ.

English (Slater)

Πῑερῐδες (-ίδες, -ίδων.)
   1 of Pieria epithet of the Muses. κόραι Πιερίδες Διός (O. 10.96) pro subs., ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα (P. 1.14) ἐν μυχοῖσι Πιερίδων (P. 6.49) τόδ' ἔζευξεν ἅρμα Πιερίδων τετράορον (P. 10.65) Πιερίδων ἀρόταις δυνατοὶ παρέχειν πολὺν ὕμνον ἀγερώχων ἐργμάτων ἕνεκεν (N. 6.32) μιν εὐφώνων πτερύγεσσιν ἀερθέντ' ἀγλααῖς Πιερίδων (I. 1.65) με ἀοίδιμον Πιερίδων προφάταν (Pae. 6.6) ἔστι μοι πατρίδ' ἀρχαίαν κτενὶ Πιερίδ[ων ὥ]στε χαίταν παρθένου ξανθ[ (supp. Lobel) fr. 215. 6. ]α Πιερίδες[ P. Oxy. 1792, fr. 39.

Greek Monolingual

αἱ, Α Πιερία
προσωνυμία τών Μουσών, επειδή είχαν ως κατοικία την Πιερία («Μοῦσαι Πιερίδες», Ησίοδ.).

Greek Monotonic

Πῑερίδες: αἱ, οι Πιερίδες, όνομα των Μουσών, επειδή περιφέρονταν στην Πιερία, σε Ησίοδ., Πίνδ.

Russian (Dvoretsky)

Πῑερίδες: (ῐδ) αἱ Пиериды, обитательницы Пиерии, т. е. Музы Hes., Pind., Eur.

Middle Liddell

Πῑερίδες, αἱ,
the Pierides, name of the Muses, as haunting Pieria, Hes., Pind.